- θρασυτέρα
- θρασυτέρᾱ , θρασύςboldfem nom/voc/acc dualθρασυτέρᾱ , θρασύςboldfem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θρασυτέρᾳ — θρασυτέρᾱͅ , θρασύς bold fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θρασύτερα — θρασύς bold neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θρασυτέρας — θρασυτέρᾱς , θρασύς bold fem acc pl θρασυτέρᾱς , θρασύς bold fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θρασυτέραν — θρασυτέρᾱν , θρασύς bold fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρούση — Συνάντηση δύο ή περισσότερων κινούμενων σωμάτων, η οποία επιτρέπει την ανταλλαγή ενέργειας μεταξύ τους. Ο όρος κ. –όπως χρησιμοποιείται στη φυσική– δεν προϋποθέτει απαραίτητα την επαφή των σωμάτων. Στην κλασική μηχανική, τα προβλήματα κ.… … Dictionary of Greek